3ο Γυμνάσιο 2011 Προϊστορική Εποχή Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, η περιοχή της Πτολεμαϊδας έχει κατοικηθεί από  το 6000 π.Χ. Κάποιες έρευνες υποστηρίζουν ότι στη Δυτική Μακεδονία  κατοικούσαν πριν το 2200 π.Χ. Αιολείς και Αρκάδες και η Εορδαία ανήκε στο  κράτος των αρχαίων Ορεστών – Ελμιωτών. Tο όνομα Εορδαία σημαίνει αγαπημένη  και πάρθηκε από την αρχαία θεά Έορδα (Μητέρα Γη).  Στο πέρασμα των χρόνων το κρατίδιο των Εορδών ανέπτυξε ισχυρή δύναμη, δικό  του τρόπο στις τέχνες και τον πολιτισμό, αλλά επειδή δέχόταν συχνές και πολλές  επιθέσεις από διάφορους επιδρομείς και εξαιτίας του ότι διατηρούσε φιλικές  σχέσεις με το κράτος των Αιγών, τελικά το προσεταιρίσθηκε.  Σημερινές έρευνες δέχονται ότι ένα ευρύτερο σύνολο απ' τους Πρωτοέλληνες, δηλαδή Αιολείς και Αρκάδες που  χαρακτηρίζονται ως αχαϊκό υπόστρωμα, κατοικούσε στη Δυτ. Μακεδονία. Έτσι ερμηνεύεται και η γλωσσική  συγγένεια της αρχαίας Μακεδονικής διαλέκτου όχι μόνο με τη Μυκηναϊκή Γλώσσα, αλλά και με την  Αρκαδοκυπριακή και γενικότερα με τις διαλέκτους που χαρακτηρίζονται γενικότερα ως αχαϊκές - πρωτοελληνικές.  Περί το 1900 π.Χ. οι πρωτοέλληνες αυτοί άρχισαν να κατεβαίνουν στη νότια Ελλάδα. Ένα τμήμα όμως αυτών  έμεινε στη Μακεδονία. Ήταν αυτοί που στα ιστορικά χρόνια ονομάζονται Μακεδόνες.    Μακεδονική Περίοδος  Με τη γρήγορη εξέλιξη του κράτους των Αιγών, στο οποίο βασιλείς μεταξύ των  άλλων διετέλεσαν ο Φίλιππος ο Β΄ και ο Μέγας Αλέξανδρος, το κρατίδιο των  Εορδών ενσωματώθηκε πλήρως στο κράτος των Αιγών, ενώ ο βασιλιάς Φίλιππος Β'  και ο Μέγας Αλέξανδρος φρόντισαν να αφομοιωθεί και ολόκληρη η περιοχή Εορδαία  στο κράτος των αρχαίων Μακεδόνων. Αυτό με τη σειρά του είχε ως αποτέλεσμα και  την πλήρη ενσωμάτωση και αφομοίωση των κατοίκων της αρχαίας Εορδαίας -  Εορδών  στο Μακεδονικό βασίλειο.  Από τους έξι στρατηγούς, σωματοφύλακές του Μεγάλου Αλεξάνδρου , ο Πτολεμαίος  ο Λάγου καθώς και ο Αριστόνους καταγοταν από την Εορδαία.  Ρωμαϊκή Περίοδος  Για την περίοδο των Ρωμαϊκών χρόνων έχουμε πολλές πληροφορίες από ιστορικούς που αναφέρονται στην περιοχή  της Πτολεμαϊδας και της Εορδαίας. Σε αυτήν έγιναν πολλές συγκρούσεις στη  διάρκεια της μακρόχρονης πάλης Μακεδόνων με τους Ρωμαίους που  προσπαθούσαν να εισέλθουν στη λεκάνη της Εορδαίας και να προωθηθούν απ’  αυτή στην Ηπειρωτική Ελλάδα, αλλά και γιατί η περιοχή αποτελούσε κομβικό  σημείο καθώς η Εγνατία οδός και πιο συγκεκριμένα η Αρχαία Εγνατία Οδός,  που συνέδεε τη Ρώμη με τις χώρες της κυριαρχίας των Ρωμαίων στην  Ανατολή, περνούσε μέσα από την πόλη.  Νεότερη Εποχή Τουρκοκρατία  Μετά τη Μάχη του Κοσσυφοπεδίου το 1389, και πριν την εισβολή των Τούρκων στον Ελλαδικό χώρο, υπήρξαν  μεγάλες καταστροφές από τους Τούρκους με μαζικό κάψιμο σπιτιών και λεηλατήσεις περιουσιών. Κατά την διάρκεια  της Τουρκοκρατίας η περιοχή ονομαζόταν "Επαρχία Καϊλαρίων" και η Πτολεμαΐδα, "Καϊλάρ". Η περιοχή έγινε  γνωστή για τη συμβολή της στο Μακεδονικό Αγώνα και για τις ιστορικές μάχες στα χωριά Κόμανος και Περδίκκας  κατά τους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-13.   Απελευθέρωση  Η πόλη απελευθερώθηκε από την τουρκική κατοχή στις 15 Οκτωβρίου 1912, γεγονός που γιορτάζεται κάθε χρόνο  με μαθητική παρέλαση.  Κατά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο, στην Πτολεμαΐδα, κατά την προέλαση του Ελληνικού στρατού στις 15 Οκτώβρη του  1912, οι Τούρκοι κάτοικοι της περιοχής αντιστάθηκαν μόνοι τους για λίγο, μα αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν και  στο τέλος να παραδώσουν την πόλη. Στις 24 του ίδιου μήνα, Τούρκοι κάτοικοι, με την βοήθεια ατάκτων Τούρκων  στρατιωτών, αιφνιδιάζουν την 5η Ελληνική μεραρχία που υποχωρούσε από το Αμύνταιο - (Σόροβιτς) και της  προκάλεσαν σοβαρές απώλειες. Η 5η μεραρχία ουσιαστικά έχασε τη συνοχή της και ανασυντάχθηκε στην Κοζάνη.  Μετά την απελευθέρωση, η πόλη αναπτύχθηκε. Το 1916 η επαρχία Καϊλαρίων μετονομάστηκε σε επαρχία Εορδαίας.  Πριν και μετά την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάνης, μεγάλες μάζες προσφύγων κατέφευγαν στα προσφάτως  απελευθερωμένα εδάφη, από το 1919 και ίσως και λίγο πιο πριν, καθώς έγινε και η ανταλλαγή των πληθυσμών με  την προαναφερθείσα συνθήκη. Στην περιοχή εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες από τη Θράκη, τον Πόντο και τη Μικρά  Ασία γενικότερα, αντικαθιστώντας έτσι τον κυρίως τουρκογενή πληθυσμό που ζούσε πριν, τους λεγόμενους  Κονιάρους, υπερδιπλασιάζοντας τον πληθυσμό της πόλης και συμβιώνοντας αρμονικά με τους βλάχικους  πληθυσμούς και τους υπόλοιπους γηγενείς κατοίκους της Εορδαίας.  Λιγνίτης και Ατμοηλεκτρικά Εργοστάσια Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η πόλη της Πτολεμαΐδας έδειξε νέα σημάδια ανάκαμψης. Η ανακάλυψη του λιγνίτη,  αποτέλεσε σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη της πόλης και μετέτρεψε όλη τη γύρω περιοχή από γεωργο-κτηνοτροφική  σε βιομηχανική.  Στη δεκαετία του 1950, ανακαλύφθηκαν τεράστιες ποσότητες  λιγνίτη στο υπέδαφος και έκτοτε η ευρύτερη περιοχή έχει  γίνει το μεγαλύτερο κέντρο εξόρυξης λιγνίτη στη χώρα. Στη  συνέχεια δημιουργήθηκαν άλλα δύο εργοστάσια και άλλες  παρόμοιες μεγάλες μονάδες της ΔΕΗ στις περιοχές του νομού  Φλωρίνης (περιοχή Αμυνταίου) το 1987 και εντός του νομού  Κοζάνης (αλλά εκτός των διοικητικών ορίων της  Πτολεμαΐδας) στην περιοχή Αγίου Δημητρίου.  Σήμερα λειτουργούν 5 ατμοηλεκτρικοί σταθμοί ΑΗΣ στην  περιοχή. Κάθε χρόνο εξορύσσονται 55 εκατομμύρια τόνοι  λιγνίτη και από τις 15 θερμοηλεκτρικές μονάδες, που  αποδίδουν ισχύ πάνω από 4,000 MW, παράγεται περίπου το  70% της ηλεκτρικής ισχύος της χώρας. Κατασκευαστικές εταιρίες, τεχνικές εταιρίες, εργατικό, τεχνικό και  επιστημονικό προσωπικό από όλη την Ελλάδα έχει εγκατασταθεί στην Πτολεμαΐδα, λόγω του εργοστασίου.  Τα λιγνιτωρυχεία της Πτολεμαΐδας θεωρούνται τα μεγαλύτερα στα Βαλκάνια.  Δήμος Στις 8 Σεπτεμβρίου 1942 η Πτολεμαΐδα από κοινότητα έγινε δήμος με 8.000 κατοίκους, των οποίων κύρια  ασχολία ήταν η γεωργία και η κτηνοτροφία. Αξίζει να αναφερθεί ότι η επαρχία Εορδαίας ήταν μεγάλο εμπορικό και  επιχειρηματικό κέντρο πριν την Τουρκοκρατία αλλά κατά την μετέπειτα περίοδο επήλθε η παρακμή και η  συρρίκνωση.  Ο σημερινός Δήμος Πτολεμαϊδας αποτελείται από την πόλη της Πτολεμαϊδας και 12 μικρές κοινότητες,  καλύπτοντας έκταση 217,9 τ.χλμ. Κατά την απογραφή του 2001, ο πραγματικός πληθυσμός του τοπικού  διαμερίσματος Πτολεμαϊδας ήταν 28.942 κάτοικοι. Ο συνολικός πληθυσμός του δήμου ήταν 35.539 κάτοικοι.